Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



αντίσωμα, το


Ερμηνεία:

Πρωτεΐνη σχήματος κεφαλαίου ύψιλον (Υ) που προσκολλάται σε ένα αντιγόνο και το εξασθενεί ή το σημαδεύει για να καταστραφεί αργότερα.



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

Loren Merrill, Jennifer L. Grindstaff
Physiol Biochem Zool. 
Published in final edited form as: Physiol Biochem Zool. 2014 Sep-Oct; 87(5): 740–751. Published online 2014 August 25. doi: 10.1086/677218
 
P. -A. Cazenave, T. Ternynck, S. Avrameas
Proc Natl Acad Sci U S A. 1974 November; 71(11): 4500–4502.


Συνώνυμα:
immunoglobulin



 Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »


© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Βιοχημεία: